Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα δεν είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες του Λαού και του Έθνους. Ωστόσο, για να ολοκληρωθεί μια δοσοληψία, χρειάζονται τουλάχιστον δύο. Το πολιτικό σύστημα δε λειτουργεί με αυτό τον τρόπο εξαιτίας κάποιου βίτσιου. Τα στοιχειά παθογένειας που θα έπρεπε να διορθωθούν, προκειμένου να αρθούν οι οποίες δυσλειτουργίες, δε σχετίζονται με τη φύση αυτού καθ'αυτού του πολιτικού συστήματος και ως εκ τούτου, οι οποίες πιθανές τροποποιήσεις θα επιφέρουν οριακές μόνο αλλαγές. Λύση δε μπορεί να αναζητηθεί ούτε στην εγκαθίδρυση του τάδε ή του δείνα συστήματος κοινωνικής οργάνωσης. Η εξήγηση εντοπίζεται στην ίδια την ανθρώπινη φύση.
Ο Α. Δ. Γληνός στο έργο του, “Βιολογική επιστήμη και κοινωνία”, μετεξέλιξε το συλλογισμό του πατέρα του (Δ. Γληνού), ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζεται κυρίως από τρία ένστικτα: (α) το ένστικτο της αυτοσυντήρησης , (β) το ένστικτο της αναπαραγωγής και (γ) το ένστικτο της κυριαρχικής επιβολής του Εγώ.
Τα κίνητρα του ανθρώπου είναι βιολογικά (αυτοσυντήρηση και αναπαραγωγή) και οι συγκεκριμένες συμπεριφορές με τις οποίες εκδηλώνονται, είναι λειτουργίες απαραίτητες για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους.
Όσον αφορά όμως το τρίτο κίνητρο, της κυριαρχικής επιβολής του Εγώ, η εκδήλωση του κινήτρου έπαψε να έχει σχέση με την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Αφού η εργασιακή δραστηριότητα του ανθρώπου ικανοποιεί τα δύο πρώτα κίνητρα της αυτοσυντήρησης και αναπαραγωγής, το τρίτο προβάλλει σαν κύριο κίνητρο της συμπεριφοράς, σε διάταξη προοδευτικής κλιμάκωσης : επιθυμία / ανάγκη για κοινωνική αναγνώριση, διάκριση, ανάδειξη, υπεροχή, επιβολή, μερική και/ή ολική κυριαρχία.
O άνθρωπος επιδιώκει την ικανοποίηση των επιθυμιών / αναγκών. Η κύρια λειτουργία της νόησης, είναι η όσο το δυνατόν πληρέστερη ικανοποίησή των επιθυμιών / αναγκών, με την διαμόρφωση συγκεκριμένων συμπεριφορών που να μεγιστοποιούν τις πιθανότητες αυτής της ικανοποίησης, είτε με αποδοχή είτε σε σύγκρουση με τα θεσμικά πλαίσια του κοινωνικού συστήματος.
Προκύπτει λοιπόν ότι, σε κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης, ο άνθρωπος παρά την έμφυτη κοινωνικότητα, διαθέτει σε πολύ έντονο βαθμό την τάση για κυριαρχία και επικράτηση, γεγονός που τον ωθεί σε πράξεις ή παραλείψεις που μπορεί να χαρακτηριστούν άδικες, ανήθικες ή και αντικοινωνικές. Τα άτομα που κατέχουν θέσεις ευθύνης και κυρίως αυτοί που μπορούν να τα ελέγξουν, έχουν πρακτικά τη δυνατότητα να δρουν πέρα και πάνω από το σύστημα οργάνωσης και τους κανόνες που θέτει, ανεξάρτητα από τη δομή του και από τον τρόπο ή το κριτήριο με το οποίο επιλεχθήκαν τα πρόσωπα.
Όσο υψηλότερη θέση / αξίωμα κατέχει ή ελέγχει κάποιος, τόσο μεγαλύτερη δυνατότητα έχει να επηρεάσει ακόμα και το θεσμικό πλαίσιο που έχει καθοριστεί από το κοινωνικό σύνολο.
Μοιραία κατάληξη των παραπάνω συμπεριφορών είναι η υπονόμευση της λειτουργίας του κοινωνικού συνόλου σε τέτοιο βαθμό, που να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανατροπής και νέους συσχετισμούς.
Ο Α. Δ. Γληνός στο έργο του, “Βιολογική επιστήμη και κοινωνία”, μετεξέλιξε το συλλογισμό του πατέρα του (Δ. Γληνού), ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζεται κυρίως από τρία ένστικτα: (α) το ένστικτο της αυτοσυντήρησης , (β) το ένστικτο της αναπαραγωγής και (γ) το ένστικτο της κυριαρχικής επιβολής του Εγώ.
Τα κίνητρα του ανθρώπου είναι βιολογικά (αυτοσυντήρηση και αναπαραγωγή) και οι συγκεκριμένες συμπεριφορές με τις οποίες εκδηλώνονται, είναι λειτουργίες απαραίτητες για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους.
Όσον αφορά όμως το τρίτο κίνητρο, της κυριαρχικής επιβολής του Εγώ, η εκδήλωση του κινήτρου έπαψε να έχει σχέση με την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Αφού η εργασιακή δραστηριότητα του ανθρώπου ικανοποιεί τα δύο πρώτα κίνητρα της αυτοσυντήρησης και αναπαραγωγής, το τρίτο προβάλλει σαν κύριο κίνητρο της συμπεριφοράς, σε διάταξη προοδευτικής κλιμάκωσης : επιθυμία / ανάγκη για κοινωνική αναγνώριση, διάκριση, ανάδειξη, υπεροχή, επιβολή, μερική και/ή ολική κυριαρχία.
O άνθρωπος επιδιώκει την ικανοποίηση των επιθυμιών / αναγκών. Η κύρια λειτουργία της νόησης, είναι η όσο το δυνατόν πληρέστερη ικανοποίησή των επιθυμιών / αναγκών, με την διαμόρφωση συγκεκριμένων συμπεριφορών που να μεγιστοποιούν τις πιθανότητες αυτής της ικανοποίησης, είτε με αποδοχή είτε σε σύγκρουση με τα θεσμικά πλαίσια του κοινωνικού συστήματος.
Προκύπτει λοιπόν ότι, σε κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης, ο άνθρωπος παρά την έμφυτη κοινωνικότητα, διαθέτει σε πολύ έντονο βαθμό την τάση για κυριαρχία και επικράτηση, γεγονός που τον ωθεί σε πράξεις ή παραλείψεις που μπορεί να χαρακτηριστούν άδικες, ανήθικες ή και αντικοινωνικές. Τα άτομα που κατέχουν θέσεις ευθύνης και κυρίως αυτοί που μπορούν να τα ελέγξουν, έχουν πρακτικά τη δυνατότητα να δρουν πέρα και πάνω από το σύστημα οργάνωσης και τους κανόνες που θέτει, ανεξάρτητα από τη δομή του και από τον τρόπο ή το κριτήριο με το οποίο επιλεχθήκαν τα πρόσωπα.
Όσο υψηλότερη θέση / αξίωμα κατέχει ή ελέγχει κάποιος, τόσο μεγαλύτερη δυνατότητα έχει να επηρεάσει ακόμα και το θεσμικό πλαίσιο που έχει καθοριστεί από το κοινωνικό σύνολο.
Μοιραία κατάληξη των παραπάνω συμπεριφορών είναι η υπονόμευση της λειτουργίας του κοινωνικού συνόλου σε τέτοιο βαθμό, που να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανατροπής και νέους συσχετισμούς.
Όπως έχουμε ξαναπεί, κοινό χαρακτηριστικό των κρατούντων κάθε κοινωνικού σχηματισμού, είναι η προσπάθεια να διατηρήσουν ή και να επεκτείνουν την κυριαρχία και το ρόλο τους. Στη σύγχρονη εποχή η δικλείδα εκείνη που εξασφαλίζει, αφενός την επιδιωκόμενη κυριαρχία στους κρατούντες και αφετέρου την ανεκτικότητα του κοινωνικού συνόλου απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα και συμπεριφορές, είναι τα δημοκρατικά πολιτεύματα.
Η καθολική συμμετοχή στη διαμόρφωση και διαχείριση των κοινών υποθέσεων (τοπικών, εθνικών ή υπερεθνικών) όπως αυτή εκφράζεται μέσω της καθολικής συμμετοχής σε εκλογές, δεν αποτελεί επαρκή και ασφαλή συνθήκη για την ομαλή λειτουργία μιας κοινωνιας και την εξασφάλιση της ευημερίας. Η φύση ομως της δημοκρατίας δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Οι αποφάσεις λαμβάνονται και οι επιλογές προκρίνονται μέσα από αρκούντως δημοκρατικές διαδικασίες, αποκτώντας έτσι την απαραίτητη “κοινωνική συναίνεση”, νομιμοποίηση και αποδοχή.
Αυτό το δημοκρατικο επίχρισμα, είναι εκείνο το χαρακτηριστικό του συστήματος που προκαλεί τη σκέψη οτι, αν η καθολική συμμετοχή στις εκλογές ήταν πραγματικά σε θέση να επηρεάσει την ισχύουσα κατάσταση, σε καθοριστικό βαθμό και με καθοριστικό τρόπο, θα τίθονταν εκτός νόμου και μια άλλη διαδικασία θα την αντικαθιστούσε.
Έτσι εξασφαλίζεται μια λεπτή ισορροπία μεταξύ, εκείνων που διαθέτουν τον τρόπο και τα μέσα να διαμορφώσουν και να διατηρήσουν τις συνθήκες που επιθυμούν (θεσμικά πλαίσια) χωρίς να προκαλέσουν ασυνήθιστες αναταράξεις και εκείνων που χρησιμοποιώντας τα θεμελιώδη δικαιώματα που τους εξασφαλίζει η δημοκρατία, προσπαθούν να αμυνθούν (ίσως μέχρι να περιέλθουν και οι ίδιοι στην κατάσταση των πρώτων). Η λειτουργία του συστήματος, κατά τον επιδιωκόμενο τρόπο, επι σειρά ετών τεκμηριώνει την άποψη οτι τελικά, νόμος είναι το δίκαιο εκείνου που μπορεί να το επιβάλλει.
Έτσι εξασφαλίζεται μια λεπτή ισορροπία μεταξύ, εκείνων που διαθέτουν τον τρόπο και τα μέσα να διαμορφώσουν και να διατηρήσουν τις συνθήκες που επιθυμούν (θεσμικά πλαίσια) χωρίς να προκαλέσουν ασυνήθιστες αναταράξεις και εκείνων που χρησιμοποιώντας τα θεμελιώδη δικαιώματα που τους εξασφαλίζει η δημοκρατία, προσπαθούν να αμυνθούν (ίσως μέχρι να περιέλθουν και οι ίδιοι στην κατάσταση των πρώτων). Η λειτουργία του συστήματος, κατά τον επιδιωκόμενο τρόπο, επι σειρά ετών τεκμηριώνει την άποψη οτι τελικά, νόμος είναι το δίκαιο εκείνου που μπορεί να το επιβάλλει.
Η ιδιότυπη αυτή διελκυνστίδα ίσως οδηγήσει στην κατάρρευση της μιας ή της άλλης πλευράς και τελικά επέλθει η επιθυμητή ή κατ΄ άλλους απευκταία, δομική μεταβολή του κοινωνικού συστήματος, του τρόπου οργάνωσης και των υφισταμένων συνθηκών. Μέχρι να συμβεί αυτό όμως, τα δημοκρατικά πολιτεύματα φαίνονται το καταλληλότερο και πιο ικανό μέσο, που μπορεί να εξομαλύνει με άκρως ελεγχόμενο τρόπο τις αναταραξεις από τη παγκοσμιοποιημένη συνύπαρξη, ανθρώπων που προσπαθούν να επιβιώσουν και ανθρώπων που επιδιώκουν να κυριαρχήσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου