Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

ΜΙΑ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ!
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ
O Γ. Στουρνάρας την ύστατη στιγμή και με πλήρη παραβίαση του Κανονισμού της Βουλής, έφερε βραδιάτικα, υπό μορφή νομοτεχνικής βελτίωσης, τροπολογία στο πολυνομοσχέδιο-τέρας του τρίτου μνημονίου, με την οποία οι υπάλληλοι της Βουλής μεταφέροντο στο Υπ. Οικονομικών.
Η τροπολογία αυτή και για λόγους ουσίας αλλά και για τον τρόπο εισαγωγής της, προκάλεσε σάλο ανάμεσα στους υπαλλήλους της Βουλής, οι οποίοι για πρώτη φορά προχώρησαν άμεσα σε στάση εργασίας, που νέκρωσε όλες τις υπηρεσίες της Βουλής, ακόμα και το τμήμα στενογραφίας της, το οποίο κρατά τα πρακτικά των συνεδριάσεων.
Έντονη υπήρξε και η αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, πρώτα απ' όλα του ΣΥΡΙΖΑ, απέναντι στην τροπολογία.
Η κυβερνητική τροπολογία προέβλεπε την υπαγωγή των υπαλλήλων της Βουλής στο Υπουργείο Οικονομικών, όπως έκανε ήδη το πολυνομοσχέδιο τέρας για τους υπαλλήλους της ΕΥΠ(!) και της Προεδρίας της Δημοκρατίας(!).
Η μεταβολή αυτή δεν έχει την παραμικρή σχέση με την υπαγωγή των υπαλλήλων της Βουλής, όπως ψευδώς προπαγανδίζουν τα παπαγαλάκια, στο ενιαίο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, αφού η υπαγωγή τους σε αυτό έχει γίνει στην πραγματικότητα με το ν. 4024/11, ο οποίος ενσωματώθηκε στον Κανονισμό της Βουλής, όπως δεν έχει σχέση με άμεση μείωση των μισθών του προσωπικού της Βουλής, οι οποίοι έχουν μειωθεί δραστικότατα και υπέστησαν νέα μείωση με το νέο προϋπολογισμό της Βουλής από 1/1/2013.
Η ένταξη των υπαλλήλων της Βουλής στο Υπ. Οικονομικών ενώ, λοιπόν, δε θα έχει άμεση, τουλάχιστον, οικονομική επίπτωση στους υπαλλήλους, θα τους μετατρέψει σίγουρα σε κυβερνητικούς υπαλλήλους, με ότι αυτό συνεπάγεται για τους ίδιους και τη λειτουργία της Βουλής.
Αυτή η εξέλιξη πλήττει ευθέως την ανεξαρτησία και το αυτοδιοίκητο της Βουλής, την οποία κατοχυρώνει το Σύνταγμα στο άρθρο 65 και το οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει:
" Η Βουλή ορίζει τον τρόπο της ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας της με κανονισμό που ψηφίζεται από την Ολομέλεια κατά το άρθρο 76 που δημοσιεύεται με παραγγελία του Προέδρου της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως....
Ο κανονισμός καθορίζει την οργάνωση των υπηρεσιών της Βουλής υπό την εποπτεία του Προέδρου, καθώς και όλα όσα αφορούν τον Κανονισμό της..."
Ο κύριος στόχος, λοιπόν, της τροπολογίας δεν ήταν τόσο οικονομικός, τα λεγόμενα "προνόμια" των υπαλλήλων της Βουλής, αλλά πρωτίστως πολιτικός.
Ο κύριος στόχος είναι να υπαχθεί οικονομικά το προσωπικό της Βουλής απ' ευθείας στον Υπουργό Οικονομικών και ν' ανοίξει διάπλατα ο δρόμος ώστε να καταστούν πλήρως κυβερνητικοί-κομματικοί υπάλληλοι όσοι εργάζονται στη Βουλή, χάνοντας κάθε ίχνος αυτοτέλειας που τους έχει απομείνει, μιας και το Προεδρείο της Βουλής ήταν υποχρεωμένο να κρατά, έστω για τα μάτια του κόσμου, στοιχειώδη προσχήματα αμεροληψίας.
Η μεθόδευση, τελικώς, είναι να ολοκληρωθεί κάτι που συστηματικά προωθεί το πολιτικό κατεστημένο: να μετατρέψει τη Βουλή σε κυβερνητικό παράρτημα και κυβερνητική Γενική Γραμματεία ή στην καλύτερη περίπτωση "υφυπουργείο"!
Η Βουλή, κατά τους κατεστημένους σχεδιασμούς, πρέπει να καταστεί μια απλή κυβερνητική βιομηχανία γρήγορης και ακώλυτης διεκπεραίωσης νόμων "εκτάκτου ανάγκης"!
Τέλος, επιδίωξη της κυβέρνησης με την (ν)τροπολογία της τελευταίας στιγμής για το προσωπικό της Βουλής ήταν να επιχειρηθεί μια εκστρατεία αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από την ουσία του πολυνομοσχεδίου, το οποίο πλήττει κυρίως τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και πρώτα απ' όλα τους χαμηλόμισθους, χαμηλοσυνταξιούχους και φτωχούς αγρότες, ώστε να δοθεί η εντύπωση ότι η κυβέρνηση επιπίπτει και επί των "συνήθως υπόπτων προνομιούχων υπαλλήλων της Βουλής" και κάποιοι στην Αριστερά εμποδίζουν το θεάρεστο εξισωτικό της έργο!
Η βρώμικη εκστρατεία, η οποία στη λογική του κοινωνικού αυτοματισμού, στήθηκε, στα περισσότερα μέσα ενημέρωσης, από την Τετάρτη (7/11) το βράδυ, εναντίον των "προνομιούχων" υπαλλήλων της Βουλής και της Αριστεράς που τους στηρίζει, αποκαλύπτει του λόγου το αληθές!
Υπάρχουν, όμως, και νοήμονες πολίτες και είναι πολλοί, που η λογική τους, ευτυχώς, βρίσκεται πάνω από την αγριότητα που καλλιεργεί η κρίση και τα κατεστημένα που τη διαχειρίζονται και την παροξύνουν!
 
 

«Πού ζείτε;»

Οι παλιοί φόβοι έχουν πια αντικατασταθεί. Δεν υπάρχει χώρος για άγχη σχετικά με σπουδές, μακρινά ταξίδια, δημιουργικές διαδικασίες και καλύτερους μισθούς. Στην κορυφή πια θρονιάστηκε για τα καλά η αγωνία της επιβίωσης. Ξαφνικά –μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια–, σε δύο και κάτι χρόνια, συναντήσαμε την αγωνία των παππούδων μας. Σα να κάναμε ένα τυφλό άλμα προς τα πίσω. Ένα παρελθόν ζόρικο, αλλά στα μυαλά μας κάπως τρυφερό, έρχεται να πάρει μια εκδίκηση που δεν ζήτησε ποτέ. Αναζητώ ένα μαγνητοφωνάκι, στο οποίο ο Ά. έγραφε τις αφηγήσεις του παππού μας. Την ώρα που ακούω για την τότε δυσκολία, για την κούρασή τους, ανοίγω τα μάτια. Είναι σημερινός ο άνθρωπος που έχει χωθεί μέχρι τη μέση στον κάδο των σκουπιδιών. Είναι σημερινή εκείνη που γλίστρησε μέσα απ’ τα χέρια μας στο Παγκράτι, στο ίδιο Παγκράτι που μεγαλώσαμε κάποτε, χαζοχαρούμενοι και αθώοι.
Όλα μπερδεύονται γλυκά.
 
Με κομμένη την ανάσα παρακολουθούμε Δευτέρα βράδυ την εκπομπή στη ΝΕΤ, αναζητώντας κάποιες ελάχιστες εξηγήσεις. Μέσα σε δέκα λεπτά ο Πάσχος Μανδραβέλης μας έχει πει ότι δεν υπάρχει καμιά άλλη βία εκτός απ’ τη φυσική. Ας μην ξεχειλώνουμε τους ορισμούς, για να εξυπηρετήσουμε την έμφυτη αριστερή μας έφεση στον λαϊκισμό. Ύστερα η Αφροδίτη Αλ Σάλεχ μας λέει ότι ο Δεκέμβριος του 2008, ο αγώνας της Κερατέας, τα γιαούρτια συνετέλεσαν στον εκφασισμό της ελληνικής κοινωνίας. Χαμηλώνω τον ήχο, αλλά νομίζω πως ακούω να λέει ότι όλα αυτά σχεδόν βοήθησαν τη Χρυσή Αυγή να θριαμβεύσει. Κοιτάζω γύρω μου μερικούς ανθρώπους που βρέθηκαν σε διαδηλώσεις το 2008, που διάβαζαν και υποστήριζαν τον κόσμο της Κερατέας. Μιλάνε, και περιμένω ν’ ακούσω ρατσιστικές κορώνες, περιμένω ότι θα πουν κάτι ελάχιστο που θα με κάνει να καταλάβω τη συμβολή τους στο ποσοστό του Μιχαλολιάκου. Δεν βρίσκω, αλλά επιμένω να τους κοιτάζω προσεκτικά, σχεδόν εξεταστικά.
Όλα μπερδεύονται γλυκά.
 
Με κομμένη την ανάσα παρακολουθούμε Δευτέρα βράδυ την εκπομπή στη ΝΕΤ, αναζητώντας κάποιες ελάχιστες εξηγήσεις. Μέσα σε δέκα λεπτά ο Πάσχος Μανδραβέλης μας έχει πει ότι δεν υπάρχει καμιά άλλη βία εκτός απ’ τη φυσική. Ας μην ξεχειλώνουμε τους ορισμούς, για να εξυπηρετήσουμε την έμφυτη αριστερή μας έφεση στον λαϊκισμό. Ύστερα η Αφροδίτη Αλ Σάλεχ μας λέει ότι ο Δεκέμβριος του 2008, ο αγώνας της Κερατέας, τα γιαούρτια συνετέλεσαν στον εκφασισμό της ελληνικής κοινωνίας. Χαμηλώνω τον ήχο, αλλά νομίζω πως ακούω να λέει ότι όλα αυτά σχεδόν βοήθησαν τη Χρυσή Αυγή να θριαμβεύσει. Κοιτάζω γύρω μου μερικούς ανθρώπους που βρέθηκαν σε διαδηλώσεις το 2008, που διάβαζαν και υποστήριζαν τον κόσμο της Κερατέας. Μιλάνε, και περιμένω ν’ ακούσω ρατσιστικές κορώνες, περιμένω ότι θα πουν κάτι ελάχιστο που θα με κάνει να καταλάβω τη συμβολή τους στο ποσοστό του Μιχαλολιάκου. Δεν βρίσκω, αλλά επιμένω να τους κοιτάζω προσεκτικά, σχεδόν εξεταστικά.
Όλα μπερδεύονται γλυκά.
 
Λίγο πριν ψηφιστεί οριστικά ο προϋπολογισμός, ο υπουργός Οικονομικών, ο τεχνοκράτης, ο άνθρωπος που μιλάει με νούμερα, ανεβαίνει στο βήμα. Γυρίζει προς τον Τσίπρα και ρωτάει με όλο το ύφος του κόσμου: «Πού ζείτε;». Εδώ συμβαίνει μια αλλόκοτη έκρηξη. Μιλάει ο άνθρωπος που αποφασίζει για την ανεργία των άλλων, που προστάζει να ζήσουμε με 586€, να μην αποζημιωθούμε αν απολυθούμε, να πληρώσουμε χαράτσι, να ζήσουμε με επίδομα ανεργίας 360€. Αυτός ο άνθρωπος, έξω και μακριά απ’ όλες αυτές τις περιστάσεις, έξω και μακριά από κάθε πραγματικότητα ρωτάει: «Πού ζείτε;». Δεν υπάρχει, κύριοι, λέει καμία άλλη εναλλακτική, δεν υπάρχει καμία άλλη εφικτή λύση. Συνεπώς, ο μόνος που ζει εδώ, σ’ αυτό το ένα και μοναδικό παρόν, στην αληθινή εκδοχή του κόσμου, είναι ο Στουρνάρας. Δυο-τρεις μέρες πριν απ’ τον προϋπολογισμό, σε επίσκεψη στο πατρικό μου, η μικρή ξαδέρφη μου λέει για την παιδική της φίλη: «Έπιασε δουλειά στο τάδε πολυκατάστημα [σ.σ.: απ’ τα πιο γνωστά του κέντρου]. Πενθήμερο, οκτάωρο, 510 ευρώ μεικτά». Με πιάνει ένα ξαφνικό αίσθημα ντροπής. Πάω να κάνω μερικές πράξεις στο μυαλό μου, δεν βγαίνουν με τίποτα, σταματάω. «Πού ζείτε;». Αλήθεια, πού ζείτε; Άραγε, εκεί, συναντώνται ποτέ ο κόσμος του Στουρνάρα και ο κόσμος της παιδικής φίλης της ξαδέρφης;
Όλα μπερδεύονται γλυκά.
 
Κανένα μπέρδεμα δεν είναι αρκετά εντυπωσιακό πια. Δεν με εντυπωσιάζει που μπερδεύουν τον ναζισμό με τη διαμαρτυρία ενάντια στην εξαθλίωση. Που τοποθετούν τον αγώνα των κατοίκων της Κερατέας ή στις Σκουριές μαζί με τη ρατσιστική επίθεση στις λαϊκές αγορές απ’ τους Χρυσαυγίτες. Όλα έχουν μπερδευτεί γλυκά από καιρό.
Από τότε που ο Μάνος Ελευθερίου εμφανίστηκε στην εκπομπή του Θέμου Αναστασιάδη (και μάλιστα μετά το σκάνδαλο με τη βαλίτσα), από τότε που ο Ρέμος τραγούδησε Θεοδωράκη, από τότε που ο Λυκουρέζος ανέβηκε μαζί με το Σαββόπουλο στο πάλκο για να τραγουδήσουν το «Εμείς του εξήντα οι εκδρομείς», από τότε που στην εκπομπή του Σταύρου Θεοδωράκη ειπώθηκε εκείνο το «ακτιβιστής της δεξιάς», από τότε που στην Καθημερινή το ΛΑΟΣ έγινε το κόμμα της ευθύνης και πάει λέγοντας.
Η θεωρία των δύο άκρων δεν είναι μόνο πολιτικά επικίνδυνη ή ιστορικά αστήριχτη. Είναι επίσης ο τρόπος να επιταθεί η περιρρέουσα σύγχυση και να γίνει ακόμη δυσκολότερη η αναζήτηση αυτού του περίφημου νοήματος. Ο επίσημος λόγος, οι διάφορες ερμηνείες που εξαπολύονται εναντίον μας σαν ριπές ενός φανταστικού όπλου, δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να θολώνουν τα βλέμματα και να φουντώνουν έτσι αόριστα τη συλλογική ενοχή. Στην πραγματικότητα, περιφρονούν βαθύτατα όλο αυτόν τον κόσμο που δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτό το ειρωνικό «Πού ζείτε;». Περιφρονούν όσους, με όλες τις αντιφάσεις, τις στρεβλώσεις, τα προηγούμενα ή και σημερινά λάθη τους, προσπαθούν να ψελλίσουν ότι, απλά, δεν μπορούν να ζήσουν με 510€ μεικτά.
Όμως, όπως λέει ένα παλιό αναρχικό σύνθημα: «Στο δρόμο γεννιούνται οι συνειδήσεις». Στην περίπτωσή μας, και όπως το είχε θέσει ήδη από το 2005 ο Ευγένιος Αρανίτσης, η υποχρέωση να αντιδράς στην περιφρόνηση δεν είναι κάτι άλλο από πολιτικό καθήκον.
 
Ο Σπύρος Παπαδόπουλος διατηρεί το μπλογκ «το βυτίο» http://tovytio.wordpress.com/)

Θύματα ειρήνης

Ευτυχώς που δεν έχουμε πόλεμο, έτσι μας έμαθαν να λέμε. Αυτό που δε μας λένε όμως είναι ότι στις συνθήκες ειρήνης ο κατάλογος των θυμάτων και των καταστροφών ενός λαού είναι ανάλογες προς τις απώλειες με αυτές ενός πολέμου, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει καμία Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που να τα υπερασπιστεί. Τα θύματα της ειρήνης δεν έχουν δικαιώματα μόνο υποχρεώσεις. Τα θύματα της ειρήνης δεν μπορούν να απειλήσουν κανέναν με Δικαστήριο διότι τους δόθηκε το δικαίωμα να επιλέξουν Δημοκρατικά την Ειρήνη που τους σκοτώνει.
Αυτή την στιγμή το Κράτος θεσπίζει νόμους οι οποίοι σε περίοδο πολέμου θα ήταν τα αποδεικτικά στοιχεία καταδίκης του. Σου απαγορεύει την περίθαλψη και την φαρμακευτική σου αγωγή εφόσον δεν έχεις το χρηματικό αντίτιμο και το ποσό των 25 ευρώ για να ζητήσεις βοήθεια σε δημόσιο νοσοκομείο. Επειδή είσαι σε καιρό ειρήνης δεν μπορείς να το σύρεις σε καμία δίκη για την καταπάτηση του Άρθρου 3 παρ. 2 των Συμβάσεων της Γενεύης, το οποίο ρητά υποχρεώνει την κατέχουσα Δύναμη όχι μόνο να συλλέγει αλλά και να περιθάλπει όλους τους ασθενείς άμαχους ή μάχιμους. Δεν μπορείς να τα βάλεις με ένα Κράτος που εσύ επέλεξες να σε διαφεντεύει κι αυτό ας σε φθάνει στα όρια της εξαθλίωσης, της αναξιοπρέπειας, της αυτοκτονίας, του φόνου και της τρέλας. Διότι αν είμαστε σε καιρό πολέμου το Κράτος θα ήταν υποχρεωμένο να τηρήσει το Άρθρο 4 παρ.2, που θα του απαγόρευε καθ’ οποιονδήποτε χρόνο και τόπο να επιβάλλεται με βία κατά της ζωής, της υγείας, της φυσικής και πνευματικής ευημερίας των ατόμων καθώς και να προσβάλει την αξιοπρέπεια του κάθε ατόμου. Η βία που δεν έρχεται με όπλο αλλά με δημοκρατικές υπογραφές δεν στήνεται σε κανένα εδώλιο κατηγορουμένου.
Ευτυχώς που δεν έχουμε πόλεμο, έτσι μας έμαθαν να λέμε διότι εσύ που ζεις σε καιρό ειρήνης δεν σου έχει στερήσει κανένας την ελευθερία σου διότι εσύ ανέβασες με τις επιλογές σου την εξουσία στο βάθρο της, δεν επιβλήθηκε από μόνη της. Έτσι δεν μπορείς να υπερασπιστείς τον εαυτό σου ως άτομο που η ελευθερία του υπέστη περιορισμό. Διότι αν ήσουν από τους άτυχους που θα βρισκόταν σε πόλεμο θα είχες υπερασπιστή σου το Άρθρο 5 παρ. 1, που θα υποχρέωνε τους κατακτητές σου να σου παρέχουν τροφή, πόσιμο νερό, προστασία απέναντι στις κλιματικές αντιξοότητες καθώς και το πλεονέκτημα ιατρικών εξετάσεων. Τώρα είσαι πολίτης εν καιρώ ειρήνης: Θα πεινάς εσύ, το παιδί και η μάνα σου, θα σου κόβει η εταιρεία ύδρευσης το νερό για ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς, θα κρυώνεις μέχρι θανάτου και βέβαια οι ιατρικές σου εξετάσεις θα είναι άπιαστη πολυτέλεια. Ο εξαναγκασμός σε λιμοκτονία ως μέθοδος μάχης είναι έγκλημα πολέμου με το Άρθρο 14, αλλά εσύ δεν δέχεσαι καμία επίθεση, μόνο επιβολή νόμων μιας δημοκρατικά ψηφισμένης κυβέρνησης.
Όταν τελειώσει και αυτή η μεταβατική περίοδος του νέου οικονομικοπολιτικού μοντέλου που μας πλάσαραν τεχνηέντως με τον όρο «κρίση», δεν θα θυμόμαστε τίποτε από τα μεταβατικά χρόνια που διανύουμε. Θα αφομοιωθούμε από ένα νέο σύστημα όπως έγινε και στην αλλαγή του κάθε συστήματος που μας έφθασε μέχρι εδώ. Δεν θα έχουμε την τιμή να καταθέτουμε στεφάνια στο Μνημείο του Αγνώστου Έλληνα που απλά δεν κατάφερε να τα βγάλει πέρα στην μετάβαση αυτή. Δεν θα υπάρχει Νεκροταφείο Θυμάτων Ειρήνης να επισκεπτόμαστε και να λέμε ότι αυτό δεν θα αφήσουμε να ξανασυμβεί. Δεν θα έχουμε να διηγούμαστε τίποτε το ανθρωπίνως ηρωικό στις επόμενες γενιές διότι εμείς ζήσαμε την ειρήνη και όχι τον πόλεμο. Και βέβαια κανένα Δικαστήριο Εγκλημάτων Πολέμου δεν θα μας δικαιώσει βάσει του Άρθρου 91 το οποίο επιβάλλει στο εμπόλεμο μέρος το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις των Συμβάσεων στην καταβολή αποζημιώσεως. Αλλά δεν είναι η αποζημίωση αυτή που θα μας δικαίωνε αλλά το ότι θα θεωρούνταν υπεύθυνο το εμπόλεμο μέρος για όλες τις αναξιοπρεπείς πράξεις που διαπράχθηκαν από πρόσωπα που αποτελούν μέρος των ενόπλων δυνάμεών του. Δεν θα έχουμε τουλάχιστον την ικανοποίηση να δούμε όλα αυτά τα πρόσωπα που ευθαρσώς μας λοιδορούν καθημερινώς πατώντας με την δημοκρατική τους μπότα τα εκ γενετής και εξ αγώνων αιματηρών δικαιώματά μας,  τους φονιάδες χιλιάδων Ελλήνων να κάθονται στο σκαμνί του κατηγορουμένου. Κι εμείς εκεί πίσω στην γαλαρία του ακροατηρίου της αίθουσας δικαστηρίου να νιώθουμε έστω και στο ελάχιστο δικαιωμένα.

Το αυγό του φιδιού εκκολάπτεται από κότες

«Ο λαός ξεχνάει εύκολα». Ένα κλισέ που θα μπορούσε να συνοδεύεται και με το «ο λαός αποβλακώνεται εύκολα».

Τα σημάδια των καιρών δεν ξεπετιούνται από το πουθενά, γι’ αυτό ίσως και η ακριβέστερη διατύπωση θα ήταν «καμπύλες των καιρών». Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, οι έννοιες «φασισμός», «ακροδεξιά», «ρατσισμός» και άλλα τέτοια παρεμφερή, σπανίως χρησιμοποιούνταν στην καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας. Όχι ότι δεν υπήρχαν, αλλά η εικόνα ενός ακροδεξιού, συνήθως φάνταζε σαν έναν κακιασμένο παππού, ψηφοφόρο της ΕΠΕΝ με γυαλιά ηλίου που έχει το πορτρέτο του βασιλιά πάνω από το κρεβάτι του, που γκρινιάζει όλη την ώρα και κανείς δεν του δίνει σημασία.

Με το πέρασμα του χρόνου όμως, αυτή η γραφική φιγούρα, άρχισε να μεταλλάσσεται. Σιγά σιγά, άρχισε να μειώνει την μέση ηλικία της, επεκτάθηκε στα ΜΜΕ, τη μικρομεσαία τάξη, στην νεολαία και τα σχολεία, και σύντομα έμελε να κατακλύσει όλο το εύρος της ελληνικής κοινωνίας, διεισδύοντας μάλιστα και μέσα στον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό.

Το πρώτο μεταπολεμικό μεταναστευτικό ρεύμα αλλοδαπών προς την Ελλάδα, κυρίως Αλβανών υπηκόων και Βορειο-ηπειρωτών ξεκινάει στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και απορροφάται άμεσα από τις ανάγκες της οικονομίας για φτηνό εργατικό δυναμικό, κυρίως στον κατασκευαστικό κλάδο. Αν και αρχικά αδιάφορη, η ελληνική κοινωνία είχε ξεκινήσει ήδη την άνοδο της καχυποψίας της. Την ίδια περίοδο, ιδρύεται και το Κράτος το Σκοπίων, το οποίο φυσικά ως νέο κράτος και αναζητώντας μία ιστορική συνέχεια και εθνική ενότητα, καταφεύγει στην ιστορική κληρονομιά της Μακεδονίας. Οι επίσημες ελληνικές αντιδράσεις, τροφοδοτούν μία σειρά από υπερπατριωτικά και εθνικιστικά αισθήματα τα οποία εκμεταλλεύονται δεόντως τα ακροδεξιά στοιχεία της εποχής, προκειμένου να διεισδύσουν κυρίως στο μεσαίο χώρο.

Τα χρόνια περνάνε, η οικονομία και το βιοτικό επίπεδο βελτιώνονται συνεχώς, και ήδη οι πρώτες γενιές μεταναστών έχουν ενσωματωθεί στην κοινωνία, κυρίως ως η κοινωνική τάξη του χαϊμαλιού. Η συνύπαρξη αυτή, δίνει ακόμα περισσότερα ερεθίσματα και πατήματα σε ακροδεξιά στοιχεία να ξεκινήσουν την προπαγάνδα και την λαϊκίστικη προσέγγισή τους στο θέμα των μεταναστών, με αποτέλεσμα οι ιδέες τους να διεισδύουν ακόμα βαθύτερα στην ελληνική κοινωνία. Εκμεταλλευόμενοι τα μεγέθη της ανεργίας, που αν και πτωτικά συνέχιζαν να απασχολούν τον μέσο Έλληνα, καθώς και την άνοδο της δεξιάς στην υπόλοιπη Ευρώπη, η ελληνική ακροδεξιά προπαγάνδα αναμασούσε το γνωστό κλισέ «ένας ξένος εργάτης = ένας Έλληνας άνεργος».

Και επειδή, όπου υπάρχει αναμπουμπούλα, τρέχουν και οι κάμερες από πίσω, τα ΜΜΕ, κυρίως τα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια, ξεκινάνε σιγά σιγά να προβάλλουν θέματα που «φοβίζουν» τον μέσο νοικοκυραίο. Σύντομα, η λέξη «αλλοδαπός» θα αναφέρεται όλο και πιο συχνά, κυρίως σε αστυνομικά ρεπορτάζ ή εγκληματικές πράξεις. Την ίδια περίοδο, ξεκινάνε και τα πρώτα κρούσματα όπου φρενιασμένοι γονείς αντιδρούν στα παιδιά μεταναστών που παίρνουν καλύτερους βαθμούς από τα δικά τους βλαστάρια, και δημιουργούν θέμα όσον αφορά τους σημαιοφόρους στις παρελάσεις.

Στο τέλος της δεκαετίας, και μετά από αλλεπάλληλα κρούσματα εθνικισμού και ρατσισμού, φαίνεται πως ο ακροδεξιός χώρος ήταν πλέον και πάλι στο παιχνίδι. Το μόνο που έλειπε, ήταν κάποια επίσημη εκπροσώπηση. Τη «λύση» ήρθε και έδωσε ο Γιώργος Καρατζαφέρης όπου το Σεπτέμβριο του 2000, ιδρύει τον Λαϊκό Ορθόδοξο Συναγερμό, προκειμένου να συσπειρώσει όλα αυτά τα ακραία μεμονωμένα στοιχεία.

Φυσικά, η ίδρυση του ΛΑΟΣ δεν είναι το εναρκτήριο ερέθισμα για την επάνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Σίγουρα όμως αποτέλεσε μία κοινή βάση συσπείρωσης πολλών ακροδεξιών στοιχείων τα οποία σύντομα έμελλαν να ξεχυθούν και στην υπόλοιπη κοινωνία φορώντας «δημοκρατικές» μάσκες. Διότι, ο χρυσαυγίτης που θεωρείται ακραίο στοιχείο, είναι εύκολο να υποτιμηθεί στα μάτια του μέσου Έλληνα. Όμως ένας κουστουμαρισμένος βουλευτής, ακόμα και αν ασπάζεται τις ιδέες της Χρυσής Αυγής, βγάζει άλλη εικόνα… πιο «πολιτισμένη».

Την τελευταία δεκαετία, οι «κουστουμαρισμένοι» ακροδεξιοί κατάφεραν να πάρουν πολλούς πόντους. Με εισαγόμενες θεωρίες συνομωσίας, συνεχή φτηνό λαϊκισμό και ακατάπαυστη μπουρδολογία, έγιναν ιδιαίτερα αρεστοί στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και σε αγράμματους ανθρώπους. Η συνεχιζόμενη απλούστευση καταστάσεων και η παραχάραξη της ιστορίας, καθιερώθηκε ως μία πάγια τακτική, προκειμένου να πλησιάσουν ανθρώπους που ήταν έτοιμοι να δεχτούν οποιαδήποτε μασημένη τροφή. Μία τακτική που ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο, λόγω της πολιτικής κατρακύλας του τόπου τα τελευταία χρόνια.

Μέσα στην τελευταία δεκαετία, μαρτυρήσαμε τους
«αγανακτισμένους» γονείς των παρελάσεων, τους χρυσαυγίτες ανάμεσα στις διμοιρίες των ΜΑΤ, την συνεχή άνοδο του ΛΑΟΣ, βιαιοπραγίες εναντίον μεταναστών, το διεθνές ρεζίλι του αποκλεισμού της παιδικής χαράς του Αγ. Παντελεήμονα, τους αγανακτισμένους «πολίτες» της Πάτρας να ζητούν «καθαρισμό» των δρόμων, επιθέσεις σε στέκια μεταναστών με χειροβομβίδες, συνεχιζόμενες κακοποιήσεις μεταναστών από όργανα της τάξης, τραμπουκισμούς και διακοπές σε παρουσιάσεις βιβλίων και διαλέξεις, ακραίες αντιδράσεις στην αλλαγή σχολικών βιβλίων Ιστορίας, την παραποίηση και συκοφάντηση της μελέτης της κ. Δραγώνα
με ανόητους και λαϊκίστικους ισχυρισμούς, και το πιο πρόσφατο, την απαίτηση δημοψηφίσματος για τα δικαιώματα των μεταναστών 2ης γενιάς.

Η άνοδος της ακροδεξιάς, δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από ποσοστιαία άνοδο κάποιου ακροδεξιού κόμματος, όπως το ΛΑΟΣ. Αν μία κοινωνία έχει τάση προς ακροδεξιές αντιλήψεις, τότε αυτό φαίνεται από τις ανοχές που δείχνει απέναντι σε ακραίες θέσεις και άτομα. Και λέγοντας «κοινωνία» δεν εννοώ μόνο τους πολίτες. Αναφέρομαι και στο ίδιο το Κράτος. Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, μετά από τη συκοφάντηση και τις ψευδοκατηγορίες που δέχτηκε η κ. Δραγώνα, η Πολιτεία να μένει αμέτοχη. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για στέλεχος της ίδιας κυβέρνησης.

Δεν είναι δυνατόν σε ένα τηλεοπτικό πάνελ να φιλοξενούνται σπουδαίοι ακαδημαϊκοί ή επιστήμονες μαζί με αγράμματα στελέχη ή βουλευτές του ΛΑΟΣ και η συζήτηση να γίνεται επί ίσοις όροις. Διότι, ναι μεν όλοι έχουν δικαίωμα και ελευθερία στο λόγο, αλλά το αν μία συζήτηση μπορεί να τηρηθεί σε σοβαρά επίπεδα ή όχι, εξαρτάται από τη νοημοσύνη ολόκληρου του πάνελ. Θα μπορούσε κανείς, για παράδειγμα, να διανοηθεί μία συζήτηση μεταξύ του κ. Λιακόπουλου και του Δρ. Νανόπουλου σχετικά με το σύμπαν; Και ακόμα και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ποιο θα ήταν το τελικό αποτέλεσμα;

Έχουμε συνηθίσει (καλώς κατά μία άποψη) να δείχνουμε ανοχή στα πάντα, ακόμα και τους εχθρούς της ανοχής μας. Όμως ο τρόπος που εφαρμόζεται η συγκεκριμένη ανοχή, είναι ένα πολύ σημαντικό αλλά και λεπτό στοιχείο. Διότι η διατήρηση της πραγματικής δημοκρατίας είναι μία λεπτή ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας και της κατάχρησης της ελευθερίας από τον καθένα μας. Όσο δίνεται βήμα λόγου σε ανθρώπους που καταπολεμούν τους θεσμούς της δημοκρατίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη γνώση και τις επιστήμες και αυτό το βήμα αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα και προσοχή, τότε αργά ή γρήγορα, η αμάθεια, και οι αντιδημοκρατικές ιδέες που πρεσβεύονται από αυτούς τους ανθρώπους, θα αποκτήσουν μεγαλύτερη ισχύ και επιρροή.

Δεν μπορείς να κοιτάς απαξιωτικά και να σνομπάρεις τον αγράμματο ακροδεξιό. Διότι μόλις αποκτήσει λίγη περισσότερη δύναμη, αυτός θα σου πάρει το κεφάλι με συνοπτικές διαδικασίες. Και όποιος βλέπει μία δόση υπερβολής σε αυτό, αρκεί να διαβάσει λίγη ιστορία για την Ευρώπη της περιόδου 1930 – 1939˙ τότε που η απαξίωση και η υποτίμηση του φασισμού γινόταν σε διακρατικό επίπεδο.

Οφείλουμε ως κοινωνία, ως δημοκρατικό Κράτος και ως ελεύθερα σκεπτόμενοι άνθρωποι να αντιδρούμε δυναμικά σε φαινόμενα που διακυβεύουν τόσο το δημοκρατικό πολίτευμα όσο και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Δύο στοιχεία που έχουν κερδηθεί με πολύ κόπο και αγώνα. Οφείλουμε να είμαστε πιο σκληροί και πιο ανένδοτοι στην ακατάπαυστη συνομωσιολογία, κινδυνολογία, μπουρδολογία και αμορφωσιά που με τη σειρά τους οδηγούν στον ρατσισμό και το φασισμό. Όχι μόνο εμείς, αλλά και το Κράτος επισήμως. Οφείλουμε να μην καθόμαστε σαν κότες στα αυγά μας και απλά να γελάμε μεταξύ μας για τα ακροδεξιά παραληρήματα που συνεχώς πληθαίνουν τριγύρω μας. Πρέπει να υποβαθμίσουμε συλλογικά και θεσμικά ιδέες και ανθρώπους που όχι μόνο αντιτίθενται στα δημοκρατικά κεκτημένα, αλλά χρησιμοποιούν και μεσαιωνικά σκεπτικά.

Στην τελική, είναι καιρός οι προοδευτικοί και διανοούμενοι άνθρωποι αυτού του τόπου να προστατέψουν την πατρίδα που βάλλεται από τους δήθεν «πατριώτες». Εάν η σημερινή κυβέρνηση θέλει να επιδείξει την πραγματική της αποφασιστικότητα για κοινωνική ευημερία και ανάπτυξη, οφείλει να αντιπαρατεθεί σφοδρά με τα οπισθοδρομικά και αντι-δημοκρατικά στοιχεία που πλέον διαβάλλουν σημαντικές θετικές προσπάθειες. Όσο αδιαφορεί ή ζυγιάζει το «λαϊκό» πολιτικό κόστος, τόσο το αυγό εκκολάπτεται.

ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΒΙΑΣΜΟ;

Του ΣΤΑΘΗ*
Σίμος Κεδίκογλου: «Δεν υπάρχει περίπτωση για νέα μέτρα. Δεν μίλησε κανένας για νέα μέτρα στις Βρυξέλλες». Δεν μπορεί να είναι τόσο βλαξ! κάτι άλλο συμβαίνει.
Ούτε μπορεί να θεωρεί τόσο βλάκες τους Ελληνες (εκτός κι αν είναι τελείως βλαξ), ώστε να τους απευθύνεται με τέτοιον ιταμό για τη λογική, την πολιτική και την ηθική τρόπο. Κάτι άλλο
συμβαίνει! Κι αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο κ. Κεδίκογλου απλώς κυβερνά.
Διότι έτσι κυβερνάται η Ελλάδα, με ανακολουθίες, ψέματα, απατεωνιές και δοκησισοφίες.
Ενθυμούμαι τον κ. Σαμαρά να υπόσχεται ότι οι πολιτικές (κι όποιες άλλες) ευθύνες για την υποταγή της χώρας μας σε καθεστώς Μνημονίου θα διερευνηθούν και θα αποδοθούν. Τώρα λέει τρίχες. Και ας μη μας σοκάρει η λέξη.
Θα έπρεπε να μας σοκάρει η υπαναχώρηση, η ανακολουθία, η μετάλλαξη, η εξαπάτηση.
Αν όμως ο κ. Σαμαράς, ο κ. Βενιζέλος, ο κ. Κουβέλης δεν έχουν κόστος για τέτοιες συμπεριφορές, τότε το κόστος είναι όλο δικό μας.
Οχι μόνον για όσα παθαίνουμε, αλλά και για τον τρόπο που εκπίπτουμε, όταν ανεχόμαστε να μας εξαπατούν, όταν
την ανακολουθία, την υπαναχώρηση και την εξαπάτηση τις αποδεχόμαστε ως αναπόφευκτα στοιχεία της πολιτικής και του κυβερνάν.
Οταν ο μιθριδατισμός μας οδηγεί στον παχυδερμισμό μας, γιατί να μην πετσοκόβει η κυβέρνηση Σαμαρά τις αναπηρικές συντάξεις; Μάλιστα με τον εξής ενδεικτικό της παρακμής μας τρόπο: υπαναχωρώντας πάνω στην υπαναχώρησή της.
Διότι, ενώ είχε ανακαλέσει την αρχική εξαγγελία της περικοπής αυτών των συντάξεων μπροστά στη γενική κατακραυγή, όταν κατακάθισε ο κουρνιαχτός επανήλθε στις περικοπές, βέβαιη
ότι κι αυτό θα το καταπιούμε, όπως και τόσα άλλα κατάπιαμε.
Και μάλλον είχε δίκιο η κυβέρνηση. Οι αντιδράσεις αυτήν τη φορά ήταν ισχνότερες και βαίνουν αναλόγως. Ετσι όμως το κόστος που δεν έχει η κυβέρνηση, το έχω εγώ ο ραγιάς που σκύβω το κεφάλι.
Κι όσον πιο ραγιάς νοιώθω με το ένα και το άλλο, τόσο πιο πολύ χάνω τον αυτοσεβασμό μου κι αφήνω γύρω μου τη συμφορά να φουντώνει. Πεινάνε
τα παιδιά; - ραγιάς εγώ.
Δεν έχουν φάρμακα οι γέροντες; - ραγιάς εγώ.
Δεν μπορώ να πάω φαΐ στο σπίτι; - ραγιάς εγώ, μου φταίει, φερ’ ειπείν, ο δημόσιος υπάλληλος κι όχι όσα του κάνουν κι εκείνου, ίδια ή χειρότερα με τα δικά μου.
Για «πατριωτικό καθήκον» -το ξεπούλημα της πατρίδας- μιλά ο κ. Στουρνάρας, κιχ εγώ! Ανήμπορος απ’ τον ίδιον τον ηθικό μου ξεπεσμό, χώνομαι πιο βαθιά στον καναπέ να μην ακούω, αλλά
ακούω τους τεχνοκράτες γύρω απ’ τον κ. Στουρνάρα, τους ανθρώπους της αγοράς (λύκοι οι άνθρωποι στους ανθρώπους), να γρυλίζουν κάτι απάνθρωπα και άκρως ηλίθια, ατελέσφορα, αμήχανα και της πλάκας, απ’ αυτά
που μόνον ένα υβρίδιο γραφειοκράτη - τεχνοκράτη - γκόλντεν μπόυ θα μπορούσε να ξεστομίζει, και χάσκω.
Ακούω τον κ. Σαμαρά μετά από άπειρα ψέματα (για το Μνημόνιο, την επαναδιαπραγμάτευση, το μείγμα - ου μην και το κοκτέιλ, την κατάργηση των χαρατσιών και τόσα άλλα) να δηλώνει ότι «βρισκόμαστε στο ζενίθ της αξιοπιστίας μας» και δεν πιστεύω στα αυτιά μου.
Ομως για αυτό κυβερνούν.
Διότι εγώ δεν πιστεύω στα αυτιά μου. Και σιγά σιγά αρχίζω να μην πιστεύω σε τίποτα.
Αν λοιπόν θέλω να αλλάξουν τα πράγματα, πρέπει να πιστέψω (όχι με τη μεταφυσική έννοια, αλλά με την καλογερική -καθ’ ότι δύσκολη- της επιλογής) σε κάτι. Δεν θα πω σε τι, αυτό είναι δουλειά του κάθε σκεπτόμενου πολίτη.
Θα σας πω όμως, διότι αυτό είναι το καθήκον μου ως πολίτη, για την προσωπική μου επιλογή (άλλωστε σε αυτή τη βάση επικοινωνούμε κάθε μέρα).
Θεωρώ λοιπόν, πάντα κατά την ταπεινή μου γνώμη, αναγκαία μια νέα Εθνική Στρατηγική, που στην τρέχουσα συγκυρία καλείται να προτείνει στον λαό η Αριστερά. Πρόκειται για εγχείρημα τιτάνιο
διότι αφορά στον ταξικό πυρήνα του πολιτικού προβλήματος που έχει σήμερα η κοινωνία των εργαζομένων με την οικονομία της φρίκης, η εργασία με το κεφάλαιο. Επ’ αυτού του θεμελιώδους
προβλήματος οι προσεγγίσεις των κομμάτων και των σχημάτων της Αριστεράς είναι διαφορετικές μεταξύ τους και ενίοτε στο εσωτερικό τους (όπως στον ΣΥΡΙΖΑ - τουλάχιστον για την ώρα).
Για την ώρα, επίσης, η ντόπια άρχουσα τάξη (υποτελής πάντα στους ξένους) τρίβει τα χέρια της για την αδυναμία της Αριστεράς να δράσει ενωτικά. Οχι να ενωθεί, αυτό θα ήταν ίσως καταστροφικό και για την ίδια  την Αριστερά, αλλά να «επεξεργαστεί ένα πρόγραμμα άμεσων μέτρων και με ανοιχτό διάλογο (σ.σ.: μπροστά στον λαό), να επεξεργαστεί ένα μεταβατικό πρόγραμμα και μια κοινή βάση για τον σοσιαλισμό» - όπως έγραφε χθες στην «Εφημερίδα των Συντακτών»  ο καθηγητής Ευτύχης Μπιτσάκης. «Αυτό είναι το καθήκον της Αριστεράς σήμερα. Θα μπορέσει να ανταποκριθεί;».
Αλλά, ακόμα και αν η Αριστερά βρει έναν τρόπο να συγκλίνουν οι δυνάμεις της, ούτε αυτό σήμερα είναι αρκετό. «Σήμερα χρειάζεται ένα πλατύ, λαϊκό μέτωπο σωτηρίας, το οποίον δεν θα περιλαμβάνει μόνον τις δυνάμεις της Αριστεράς», όπως καταλήγει ο καθηγητής κ. Ε. Μπιτσάκης, κι όπως
πολλοί αριστεροί έλεγαν ήδη πριν από την κρίση και τα Μνημόνια, όταν μιλούσαν για ένα νέο ΕΑΜ, που αυτήν τη φορά θα μπορούσε να ανατρέψει την ολοκληρωτική κατίσχυση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών.
Αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο, που συνιστά τον εσώτερο τρόμο για το σύστημα, έχουν ενωθεί για να αντιμετωπίσουν Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Διαπλοκή, Μέρκελ, Φασισμός και λοιπές ανίερες δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας.
Δεν σας κρύβω ότι (πάντα προσωπικά μιλώντας) με ανησυχεί... κάπως η (αυτονόητη) ικανότητά τους, όχι μόνον να δρουν ενωτικά, αλλά να ενώνονται κατά του κοινού Εχθρού Λαού, ενώ
οι λαϊκές δυνάμεις, κατά μέρος τουλάχιστον, ούτε καν ενωτικά μπορούν να δράσουν. Δεν σου ζητώ να αλλάξεις αυτό που είσαι, που είναι ο καθένας μας - μάλλον το αντίθετο. Σου ζητώ απλώς να σταθούμε πλάι πλάι, διαφορετικοί μεν, αλλά στην ίδια  όχθη. Δεν χρειάζεται να μου λες σε τι διαφωνούμε, ούτε ότι δεν με εμπιστεύεσαι - αυτά θα κριθούν στην πράξη.
Διότι πράξη θα υπάρξει, θέλεις δεν θέλω...

Ολιγαρχίες ελέω ψήφου

του Περικλή Κοροβέση
 
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχει αρχίσει μια γόνιμη συζήτηση κατά πόσο η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία είναι δημοκρατία και όχι ολιγαρχία. Παράλληλα,τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η Άμεση Δημοκρατία της Αρχαίας Αθήνας, είναι δυνατόν να εφαρμοστεί σήμερα και κάτω από ποιες συνθήκες. Και πριν μπούμε στο κυρίως θέμα μας, ας απορρίψουμε ένα μύθο που σχεδόν έχει γίνει μια ιστορική βεβαιότητα. Οι δυτικές δημοκρατίες διεκδικούν τις ρίζες τους στην Αθηναϊκή Δημοκρατία. Το πολίτευμα της Αθήνας πέθανε με την έλευση των Μαδεδόνων και μέχρι στιγμής δεν έχει αναστηθεί. Ακόμα και το όνομα Δημοκρατία είχε ξεχαστεί.Οι Ρωμαίοι το αντικατέστησαν με το Res- Publica που δεν είχε ούτε το περιεχόμενο ούτε τη λειτουργία της αρχαίας Αθήνας.

 
Η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει ληξιαρχική πράξη γέννησης.
Είναι μόνο τρεισήμισι αιώνων και γεννήθηκε στην Αγγλία του Κρόμγουελ. Και όταν μόνη της για ενάμισι περίπου αιώνα, μέχρι να έρθουν οι επαναστάσεις στην Αμερική και τη Γαλλία, που επεξεργάστηκαν η κάθε μια αυτό το μοντέλο με το δικό της τρόπο. Πάνω σε αυτά τα μοντέλα στηρίχθηκε το σύγχρονο μοντέλο του κοινοβουλευτισμού, που ήταν άγνωστο στην Αθήνα και αντίθετο με τις πολιτειακές αρχές της.
Η έννοια του κράτους στην άμεση δημοκρατία δεν υπήρχε και κυβερνούσε συλλογικά ο Δήμος, ενώ στον κοινοβουλευτισμό κυβερνάει το κράτος ερήμην των πολιτών. Και μπορεί τα πρώτα κοινοβούλια της ανθρωπότητας να ήταν μεγάλες επαναστάσεις, όσο και αν είχαν από τη γέννα τους το στοιχείο της εξουσίας μιας τάξης επάνω σε μια άλλη τάξη και το στοιχείο ανισότητας είχε διατηρηθεί ανέπαφο από την εποχή της φεουδαρχίας.

Κατά συνείδηση ή κατά τη γραμμή;


Τι γίνεται με το δικό μας κοινοβούλιο; Λειτουργεί όπως το κλασικό ή είναι διακοσμητικό, για να δίνει δουλειά σε επαγγελματίες που όλοι μοιάζουν και όλοι φορούν τα ίδια. Ο κανονισμός της Βουλής λέει πως ο βουλευτής ψηφίζει κατά συνείδηση. Όποιος όμως το κάνει, διαγράφεται αυτομάτως από το κόμμα του.


Δηλαδή τα ίδια εκλεγμένα κόμματα καταργούν τη λειτουργία της Βουλής. Με τους νόμους και τα μνημόνια που ψηφίζονται, δεν μετράει η κρίση του βουλευτή, αλλά η εντολή του αρχηγού. Από τη συμπολίτευση, οι πιστοί στον αρχηγό δεν τα διαβάζουν ποτέ. Για να πας μπροστά, μετράει το «μάλιστα, αρχηγέ».
Από την πλευρά της αντιπολίτευσης, όσο και να είναι η κριτική σωστή και τεκμηριωμένη, δεν λαμβάνεται ποτέ υπόψη. Και συχνά μιλούν σε άδεια καθίσματα. Κατά κανόνα τα έδρανα της Βουλής είναι άδεια. Υπάρχουν μόνο το προεδρείο και οι κλητήρες, που είναι και οι μόνοι που παρακολουθούν όλες τις αγορεύσεις. Όσο αφορά τώρα το χειρόγραφο λόγο που απαγορεύεται, κατά κανόνα όλοι χρησιμοποιούν χειρόγραφο. Και αυτό δεν γίνεται για να αποφευχθούν τα λάθη. 
Είναι για να μη να φύγεις από τη γραμμή. Υπάρχουν περιπτώσεις βουλευτών που το κόμμα τούς δίνει το λόγο τους την τελευταία στιγμή και τον διαβάζουν πρίμα βίστα. Και έτσι οι βουλευτές, αντί να αγορεύουν και να επιχειρηματολογούν, μετατρέπονται σε ηθοποιούς που διαβάζουν το ρόλο. Περιττό να πούμε πως υπάρχουν βουλευτές που στη διάρκεια της θητείας τους ανοίγουν το στόμα τους μόνο για να παραγγείλουν καφέ στο κυλικείο. Ποτέ μέσα στην αίθουσα της Βουλής.

Πού βρίσκεται το κέντρο των αποφάσεων;
Αυτή η λειτουργία της Βουλής μαρτυράει και κάτι άλλο. Το κοινοβούλιο δεν είναι κέντρο εθνικών αποφάσεων. Απλά επικυρώνει αποφάσεις που έχουν παρθεί στα πραγματικά κέντρα εξουσίας. Στην ΕΕ της Μέρκελ, στο ΔΝΤ και στην Ουάσιγκτον.
Η όλη εξωτερική πολιτική της Ελλάδας είναι η ίδια με οποιαδήποτε πολιτεία των ΗΠΑ. Αν η Ελλάδα είχε δική της εθνική πολιτική, θα μπορούσε να έκανε ανοίγματα και σε άλλες χώρες που μπαίνουν στη διεθνή σκακιέρα δυναμικά με ανερχόμενες οικονομίες: Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία. Αλλά αυτό απαγορεύεται.
Θα μπορούσε να είχε μια δική της πολιτική με τον αραβικό κόσμο και όχι αυτή του Ισραήλ. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι παλαιάς κοπής, που κατηγορούν τους Σαμαρά, Βενιζέλο, Κουβέλη ως υποτελείς.
Δεν έχουν καταλάβει πως για να παίξεις κάποιο κεντρικό ρόλο σε χώρες σαν τη δική μας, πρέπει να έχεις πάρει άριστα στην υποτέλεια. Δεν είδαμε όλοι τι αγώνα έκανε ο Κουβέλης για να περάσει αυτές τις εξετάσεις; Και τα κατάφερε μια χαρά. Δεν αποκλείεται να τον δούμε και πρωθυπουργό. Αν τα καταφέρει να δημιουργήσει ένα δεύτερο εναλλακτικό πόλο εξουσίας με τον Βενιζέλο, τότε είναι όλα ανοιχτά. Το σύστημα χρειάζεται ρεζέρβες.

Στη φιλελεύθερη ολιγαρχία
Για τον Καστοριάδη η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι μια φιλελεύθερη ολιγαρχία. Τα ολιγαρχικά καθεστώτα σε όλες τις εποχές ήταν μια μικρή κάστα πλουσίων, που έπαιρνε αποφάσεις μόνο για τα δικά της συμφέροντα. Και αυτό σήμαινε νόμους και διατάγματα που στρεφόντουσαν εναντίον του συνόλου της κοινωνίας.
Και αυτό γίνεται και τώρα στην Ελλάδα. Οι μονάρχες και οι αυτοκράτορες ήταν «ελέω θεού», ενώ οι σημερινοί ολιγάρχες είναι «ελέω ψήφου».
Η Άρεντ υποστηρίζει πως το ιδανικό άτομο για τον ολοκληρωτισμό δεν είναι ούτε ο πεπεισμένος ναζί, ούτε ο πεπεισμένος κομμουνιστής, αλλά ο άνθρωπος που δεν μπορεί να κάνει διαχωρισμό μεταξύ γεγονότος και μυθοπλασίας (δηλαδή αγνοεί την πραγματικότητα της εμπειρίας) και μεταξύ αλήθειας και ψεύδους (δηλαδή αγνοεί τους κανόνες της σκέψης).
Έτσι έχουμε τον άνθρωπο που άγεται και φέρεται, είναι αδρανής και πάντα περιμένει να τον σώσει κάποιος άλλος. Αρχηγός ή κόμμα δεν έχει σημασία. 
Και εδώ έχουμε τη φωτογραφία του ψηφοφόρου που απέχει από τα κοινά, κοιτάζει μόνο το δικό του συμφέρον όπως το καταλαβαίνει αυτός, δηλαδή κατανάλωση και μια φορά στα τέσσερα χρόνια πηγαίνει και ψηφίζει.
Με άλλα λόγια η δημοκρατία δια αντιπροσώπου, προϋποθέτει αδρανή πολίτη στην ίδια αντιστοιχία με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Πόσοι είναι οι «αχρείοι»
Στον «Επιτάφιο» του Περικλή, ένας τέτοιος πολίτης χαρακτηρίζεται «αχρείος» δηλαδή άχρηστος. Πόσους τέτοιους ψήφους να πήρε, άραγε, ο ΣΥΡΙΖΑ; Ποιος κατασκευάζει τέτοιους άχρηστους πολίτες; Παλιότερα ήταν η Εκκλησία. Σήμερα, είναι κυρίως, η TV και τα ΜΜΕ. Και τα διαπιστώσαμε για μία ακόμα φορά στις προεκλογικές περιόδους.
Το ψέμα και η μυθοπλασία στις εκλογές του Ιουνίου ανέβασε το ποσοστό της ΝΔ κατά 11 περίπου μονάδες. Αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε τι μπορούν να κάνουν οι 71 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή; Να μιλούν ματαίως στα άδεια έδρανα;
Τα πράγματα αποκτούν σημασία από τον τρόπο που τα χρησιμοποιείς. Και η Βουλή μπορεί να γίνει το βήμα του ΣΥΡΙΖΑ και να απευθυνθεί στην κοινωνία και αυτή θα τον ακούσει. Με ποιο τρόπο; 
Σχηματίζοντας μια κυβέρνηση μέσα στην αντιπολίτευση. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Σε κάθε νομοσχέδιο να υπάρχει ένα άλλο νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί όταν ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει κυβέρνηση. Και δεν είναι μόνο τα νομοσχέδια. Είναι όλα όσα κάνει μια κυβέρνηση. Από την ελάχιστη λεπτομέρεια μέχρι τα μείζονα θέματα. Αυτά πρέπει να δεσμευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την «αντικυβέρνησή» του να κάνει. Να αποδείξει έμπρακτα πώς μπορεί να κυβερνήσει.
Τι να κάνουμε
Οι βουλευτές πρέπει να ξεχυθούν στην κοινωνία, να πιάσουν το σφυγμό του κόσμου, να ενισχύσουν τα κινήματα και να φέρουν τα προβλήματά του στη Βουλή. Από τη δική μου εμπειρία ξέρω πως τέτοιες πρωτοβουλίες ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα του κόσμου και με τις κινητοποιήσεις τους μπορεί να λύσουν διάφορα προβλήματα, μικρής ή μεγάλης κλίμακας.
Αυτά όλα αν τα πράγματα πάνε κανονικά. Αλλά θα πάνε, όμως, όταν η καταστροφή αυτής της χώρας προχωράει με τέτοιους ρυθμούς και μπορεί από ένα τυχαίο γεγονός να δημιουργηθεί ένας Δεκέμβρης του 2008 και το κοινωνικό τσουνάμι μπορεί να παρασύρει τα πάντα;
Οι κοινωνικές θύελλες δεν είναι τυφώνες που προαναγγέλουν την άφιξή τους. Ούτε αναγγέλλουν τηλεγραφικώς τον ερχομό τους. Αυτός που τις περιμένει πρέπει να είναι έτοιμος όχι για να τις καθοδηγήσει, αλλά για να δώσει προοπτική σε βάθος χρόνου και τα κινήματα να αποκτήσουν αποτελεσματικότητα και διάρκεια.
Είδαμε πιο πάνω πως λειτουργεί το Κοινοβούλιο. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση χωρίς να στηρίζεται σε ισχυρότατο λαϊκό κίνημα και όχι ψηφοφορικό, τότε έχει δύο προοπτικές: ή να συμβιβαστεί και να μετατραπεί από Αριστερά του 21ου αιώνα σε ΠΑΣΟΚ του 21ου αιώνα, ή να προχωρήσει στην εφαρμογή του προγράμματός του, όπου θα αντιμετωπίσει ένα βάρβαρο πόλεμο υψηλής έντασης και με πολλούς κινδύνους και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Και αν πάρουμε το σενάριο πως η Χρυσή Αυγή θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση, τότε τα τάγματα εφόδου θα λειτουργήσουν και μέσα στη Βουλή. Ακόμα, η καταστροφή που έχει επιτελεστεί από τα ανδρείκελα της Μέρκελ είναι τόσο μεγάλη που δεν γίνεται να διορθωθεί άμεσα. Γι’ αυτό χρειάζεται από την επομένη των εκλογών να ανακουφιστούν οι φτωχοί, οι άνεργοι και οι άστεγοι, όπως και οι χαμηλοσυνταξιούχοι και οι χαμηλόμισθοι.
Πρόσφατα ο Ντράγκι, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δήλωσε πως καμία χώρα δεν έχει το δικαίωμα να μην υπακούσει στις υποδείξεις της τρόικας. Τον Ντράγκι δεν τον έχει εκλέξει κανένας. Ούτε η ΕΚΤ ελέγχεται από κάποιο ευρωπαϊκό όργανο. Και όμως μπορούν και καταργούν την κυριαρχία εκλεγμένων εθνικών κυβερνήσεων.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΜΕ ΤΗ ΒΙΑ ΑΠ' ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ

Του ΝΙΚΟΥ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΥ*
Ο πιο «κομψός» τρόπος για να υπονομεύσεις το δίκιο του αγώνα των καταπιεσμένων είναι να παίρνεις «ίσες» αποστάσεις ανάμεσα στο «δίκιο», στις «ελευθερίες» και στο «δικαίωμα» του καταπιεστή να καταπιέζει, και στο δίκιο, στις ελευθερίες και στο δικαίωμα του καταπιεσμένου να αντιδρά, να αντιστέκεται αλλά και να επιτίθεται ενάντια στην καταπίεση και στον καταπιεστή.
Ο ακόμα «κομψότερος» τρόπος για να αποκηρύξεις τον αγώνα του καταπιεσμένου ενάντια στον τύραννο και εκμεταλλευτή του, είναι να βαφτίζεις «βία» την αντίσταση και τη διαμαρτυρία του, την οποία βέβαια σπεύδεις μετά να την αντιπαραβάλεις με τη βία του εκμεταλλευτή ώστε με την ευπρέπεια που αρμόζει στον κόσμο των εστέτ του ανθρωπισμού, να αποφανθείς:
«Καταδικάζω τη βία απ' όπου κι αν προέρχεται»...
Τον παραπάνω λυρικό «πασιφισμό», της καταδίκης της βίας «απ' όπου κι αν προέρχεται», ένα σχήμα που αποτελεί σήμα κατατεθέν των προπαγανδιστικών μηχανισμών των καθεστώτων της βίας και της εκμετάλλευσης, τον ακούσαμε προχτές να διατυπώνεται και από την κυρία Ρένα Δούρου, στέλεχος και βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ.
*
Φυσικά δεν είναι της ώρας να κάνουμε μαθήματα (πολύ περισσότερο σε μια αριστερή...).
Αλλά, προς δόξαν της πραγματικότητας, τη βία - συστατικό στοιχείο της ύπαρξης των κοινωνιών όπου αντιπαρατίθενται αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα - είτε την καταδικάζεις, είτε δεν την καταδικάζεις, αυτή υπάρχει. Ερήμην των ηθικοπλαστικών κηρυγμάτων.
Είναι σαν να καταδικάζεις το θάνατο. Οσο κι αν τον καταδικάσεις, αυτός υπάρχει και θα υπάρχει (μέχρι τη δευτέρα παρουσία, τουλάχιστον...). Και η αναγνώριση ότι υπάρχει, μόνο ως παραλογισμός θα μπορούσε να εκληφθεί ως εκδήλωση «αγάπης» προς το θάνατο ή ως δήλωση «δικαίωσης» της ύπαρξής του.
Το ίδιο συμβαίνει, για παράδειγμα, με το θέμα του πολέμου. Η στάση μας απέναντί του δεν τελειώνει (ούτε καν αρχίζει) με την έκφραση της καταδίκης του. Αλλά με τον προσδιορισμό του χαρακτήρα του πολέμου. Δηλαδή αν είναι δίκαιος ή άδικος ο πόλεμος, από πλευράς εκείνων που είτε ως αμυνόμενοι, είτε ως επιτιθέμενοι, συμμετέχουν σε αυτόν.
Εκτός αν καταλήξουμε ότι κάθε πόλεμος είναι άδικος. Ως εκ τούτου εξίσου «άδικο» με τους Τούρκους το '21 είχαν και οι επαναστατημένοι Ελληνες. Αλλά τότε, αν κάθε πόλεμος είναι «άδικος», και η αδικία επιμερίζεται εξίσου σε όλους όσους συμμετέχουν ή εξαναγκάζονται να συμμετάσχουν σε αυτόν, τότε η δικαίωση του «αδικητή» είναι εξασφαλισμένη.
*
Το ζητούμενο, λοιπόν, όταν μιλάμε για βία, δεν είναι να αραδιάσουμε επίθετα και προσδιορισμούς για να αποδείξουμε πόσο απεχθής μας είναι, μη και δεν πάρουμε μέρος στο γενικό μεθύσι κάποιας αταξικής, απολίτικης και αντι-ιστορικής «συναδέλφωσης».
Υποχρέωση του καθενός - εφόσον σέβεται τον εαυτό του - είναι να προσδιορίζει το χαρακτήρα της βίας. Αν μάλιστα είναι αριστερός, πρώτη του υποχρέωση είναι να μην επιτρέπει να συκοφαντούνται οι κοινωνικοί αγώνες μέσα από τη χυδαία επιχείρηση να διασυνδεθούν, να παραλληλιστούν ή πολύ περισσότερο να ταυτιστούν με το φασιστικό λιντσάρισμα, την ατομική τρομοκρατία, την κρατική καταστολή, την παρα-κρατική δράση κοκ.
Είναι να αποδεικνύει και όχι να τροφοδοτεί τη χυδαιότητα πως η λαϊκή αντίσταση αποτελεί τάχα τη «δικαίωση», τη «νομιμοποίηση» ή ακόμα και τον «γεννήτορα» (!) της τραμπούκικης, της υποκοσμιακής, της ναζιστικής και κάθε μορφής καθεστωτικής βίας. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο: Οι λαϊκοί αγώνες και οι μορφές τους, ως έκφραση αυτών των λαϊκών αγώνων, δεν αποτελούν την «κατάφαση», αλλά την εκκωφαντική άρνηση - μέχρι του σημείου της κατάργησης - της βίας που ασκείται πάνω στον καταπιεσμένο και που αυτή είναι που γεννά όχι απλώς το δικαίωμα, αλλά το καθήκον της αντίστασης.
Υποχρέωση, τελικά, του καθενός - εφόσον σέβεται τον εαυτό του - δεν είναι να εξαντλείται στην «καταδίκη της βίας απ' όπου κι αν προέρχεται». Είναι η καταδίκη και αντίσταση στη βία, αλλά από εκεί που πραγματικά προέρχεται. Και αυτή η στάση δεν καθιστά ούτε αντιμετωπίζει τη βία ως κάτι το επιθυμητό. Την αντιμετωπίζει υπό το πρίσμα την μόνης ελεύθερης προσέγγισης που μπορεί να υπάρξει. Και η μόνη ελεύθερη προσέγγιση είναι εκείνη που έχει επίγνωση της αναγκαιότητας.
*
Αν πάλι δεν ισχύουν όλα αυτά, τότε δεν έχουμε παρά να ζητήσουμε «συγγνώμη» τόσο από την κυρία Δούρου όσο και από τους υπόλοιπους.
«Συγγνώμη» για λογαριασμό του Αρη και του αντάρτη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ. «Συγγνώμη» για λογαριασμό του Τσε. «Συγγνώμη» για λογαριασμό του Καραϊσκάκη και του Κολοκοτρώνη. «Συγγνώμη» για λογαριασμό του στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού στο Ράιχσταγκ. «Συγγνώμη» για λογαριασμό εκείνων που γκρέμισαν τη Βαστίλη και των άλλων που παρέδωσαν στο λαό τα Χειμερινά Ανάκτορα. «Συγγνώμη» για λογαριασμό και του πιτσιρικά της «Ιντιφάντα» που πετούσε τόσο βίαια τις πέτρες του στα τανκς των Ισραηλινών...
EINAI;
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία:
α) Το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας έφτασε το 21,4%. Δηλαδή, 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι. Σημειωτέον ότι όριο φτώχειας θεωρείται το ετήσιο ατομικό εισόδημα των 6.591 ευρώ, ενώ για μία οικογένεια με δύο παιδιά το ποσό ορίζεται στα 13.842 ευρώ. Ποιος, λοιπόν, διαφωνεί ότι η πραγματική φτώχεια είναι υπερπολλαπλάσια;
β) Στην Ελλάδα των σκληρών πλην «δίκαιων» μέτρων, το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού έχει τουλάχιστον έξι φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 20%.
γ) Τα προηγούμενα στοιχεία αφορούν στο έτος 2010. Δηλαδή, όταν ακόμα η ανεργία δεν είχε ξεπεράσει το 15%, από 30% που είναι σήμερα. Οταν ακόμα βρισκόμασταν στο πρώτο μνημόνιο και όχι στο τρίτο μνημόνιο που έχουμε φτάσει σήμερα. Οταν ακόμα δεν είχαν μπει τα χαράτσια στη ΔΕΗ και οι διακοπές ρεύματος δεν είχαν φτάσει τα χίλια νοικοκυριά τη μέρα, όπως σήμερα.
Ερώτηση:
Αυτά είναι βία;...
*Δημοσιεύθηκε στο «Ριζοσπάστη» την Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Η χούντα στον τύπο μας αφορά όλους.

Του Θέμη Τζήμα
Έχουμε και λέμε: ένα ξένο μέσο φιλοξενεί καταγγελίες για βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ. Ο υπουργός Δικαιοσύνης της χώρας, χωρίς να έχει ζητήσει τη διενέργεια ΕΔΕ ως ώφειλε και χωρίς να έχει ζητήσει την παρέμβαση της δικαιοσύνης όπως έπρεπε να κάνει, βγαίνει στη  Βουλή και απαξιώνει τις καταγγελίες. Αποφαίνεται μόνος του ότι ουδέποτε έλαβαν χώρα οι βασανισμοί και εγκαλεί όσους ζητούν διερεύνηση του ζητήματος.
Λίγες ημέρες αργότερα η ιατροδικαστική έκθεση τον ξεμπροστιάζει, τόσο τον ίδιο, όσο και τα χουντικά στεγανά βασανιστών, στην αστυνομία. Η έκθεση αποφαίνεται ότι τα βασανιστήρια όντως έλαβαν χώρα. Τα εγχώρια ΜΜΕ θάβουν το θέμα, όπως το είχαν θάψει και στην αρχή. Ο υπουργός αισθανόμενος ασφάλεια από τη μιντιακή ομερτά δε ζητά συγγνώμη, δεν παραιτείται, δε ζητά καν να ξεκινήσει άμεση διερεύνηση σχετικά με το τι συμβαίνει κάτω από τη μύτη του- αν όντως είναι τόσο “αθώος”. Η κυβέρνηση το ίδιο. Ο πρωθυπουργός εκστομίζει λόγους περί “άκρων”, δημοκρατίας και πατριωτισμού, ενόσω ανέχεται- στην καλύτερη περίπτωση- το χουντικό άκρο βασανιστών να θεριεύει μέσα στο κράτος.
Δύο δημοσιογράφοι, της δημόσιας τηλεόρασης σχολιάζουν το ζήτημα και αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν ο υπουργός να είχε καταλήξει προτού γίνει έρευνα ότι το τα βασανιστήρια ουδέποτε έλαβαν χώρα. Λίγες ώρες μετά, η εκπομπή τους έχει κοπεί από τη δημόσια τηλεόραση και οι ίδιοι μάλλον απολύονται.
Δεν είναι κάποια χώρα του Καυκάσου, από εκείνες που οι πρόεδροί τους δεν έχουν αλλάξει την τελευταία εικοσαετία, ούτε της Μ. Ανατολής ή της Αφρικής. Πρόκειται για την Ελλάδα των μνημονίων, του χρυσαυγίτικου λόγου, των χουντικών στεγανών, του “πολέμου κατά των άκρων”, που αφορά βεβαίως όλως τυχαίως μόνο την αριστερά.
Εδώ και δεκαετίες στον τύπο της χώρας χτίζεται ο αυταρχισμός, η φίμωση, η παραπληροφόρηση και η συσκότιση. Δε χρειάζονται πολλές αναλύσεις για το πώς γίνεται αυτό: αρκεί να διαβάσει κανείς για παράδειγμα τις αναλύσεις της αμερικανικής πρεσβείας σχετικά με το ρόλο που παίζουν τα ΜΜΕ στην Ελλάδα ως εργαλεία προώθησης επιχειρηματικών συμφερόντων. Αρκετοί έχουν και έχουμε μιλήσει για αυτά. Οι περισσότεροι βέβαια δεν έχουν βήμα. Ακόμα και το διαδίκτυο σε μερικές νησίδες αξιοπρέπειας πατάει, καθώς κατά τα άλλα κατακλύζεται από εκβιαστικά blogs και υπερπληροφόρηση που συνειδητά κατατείνει στη σύγχυση.
Αρκεί να θυμηθεί επίσης πόσες φορές ψήφισε τους τηλεϋπουργούς και τηλεβουλευτές, πόσες φορές θαμπώθηκε από τους επαγγελματίες “διαμορφωτές κοινής γνώμης” και από τον πολιτικώς ορθό λόγο. Και βεβαίως πού οδήγησαν οι παραπάνω τη χώρα, πόσο ανεπαρκή φάνηκαν τα δημιουργήματα της τηλεοπτικής χούντας μέσα στην κρίση, όταν η χώρα τους χρειάστηκε. Πόσο χυδαίοι φαντάζουν σήμερα οι τηλεοπτικοί παπαγάλοι.
Η κρίση στο χώρο του τύπου πριν να γίνει οικονομική ήταν δεοντολογική, δημοσιογραφική. Τόσο στο κέντρο, όσο και στην περιφέρεια. Η οικονομική κρίση επιδείνωσε ραγδαία την καρτελοποίηση του τύπου. Οι απολύσεις μη αρεστών δημοσιογράφων, οι παρεμβάσεις του επιχειρηματία ιδιοκτήτη στη δημοσιογραφική δουλειά έγιναν ακόμα εντονότερες.
Όλα αυτά είναι μάλλον γνωστά. Ωστόσο το κόψιμο της εκπομπής των Κατσίμη- Αρβανίτη αποτελεί ένα ακόμα σημείο καμπής.
Πρώτον γιατί δεν υπάρχει η παραμικρή, έστω νομικοφανής δικαιολογία. Απλά κόπηκαν γιατί δεν άρεσαν στον υπουργό, στην κυβέρνηση και στη διορισμένη από την τελευταία διοίκηση της ΕΡΤ.  Ακολουθεί το κόψιμό τους, αυτό ενός δημοσιογράφου της ΕΤ3, που τόλμησε να αναφερθεί στις διαμαρτυρίες πολιτών την 26η Οκτωβρίου.  Η χυδαιότητα της λογοκρισίας επιτελεί εκπαιδευτικό ρόλο. Δε θα υπάρχουν ευγένειες πλέον, δε θα γίνεται ανεκτή ούτε η παραμικρή νύξη.
Δεύτερον, γιατί δεν πρόκειται απλά για υπόθεση κομματικής λογοκρισίας αλλά συστημικής. Δεν πρέπει από εδώ και πέρα να υπάρξει η παραμικρή νησίδα άλλης άποψης. Ούτε στον παραδοσιακό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, ούτε στο διαδίκτυο, ούτε στην τέχνη και στη διανόηση. Ισοπέδωση. Άλλοτε με απολύσεις και βία, άλλοτε με δυσφήμηση και δικαστικές εμπλοκές.
Τρίτον, γιατί γίνεται σε μια δημόσια τηλεόραση που έκανε ορισμένα θετικά βήματα τα προηγούμενα χρόνια. Τέταρτον και στη βάση των προηγουμένων, διότι ο πλήρης έλεγχος του τύπου αποτελεί ακόμα μια κρίσιμη επιλογή στην κατεύθυνση της αυταρχικοποίησης, διά του μιθριδατισμού. Συνηθίζουμε να πέφτει ξύλο σε παραστάσεις που δεν αρέσουν στους χρυσαυγίτες, να γίνονται βασανιστήρια και κανείς να μη διώκεται, να αναπτύσσεται στρατός στους δρόμους των πόλεων, να λειτουργεί επιλεκτικά η δικαιοσύνη, να μην υπάρχει δημόσιο βήμα για όποιον δε λέει αυτό που απαιτεί κάθε φορά το κατεστημένο της χώρας.
Δεν έχουμε αντιληφθεί φαίνεται ότι ο τύπος και δη ο ηλεκτρονικός αποτελεί ισχυρό όπλο στα χέρια του κατεστημένου. Ο συσχετισμός ισχύος δεν αποτυπώνεται στον τύπο, φτιάχνεται – εν πολλοίς και- διά του τύπου.
Θα μου πείτε, η άμυνα απέναντι σε όλα αυτά εξαρτάται μόνο από το ζήτημα Αρβανίτη-Κατσίμη; Όχι είναι η απάντηση. Όχι μόνο. Αλλά και από αυτό. Οι εκτροπές ποτέ δε γίνονται τόσο αιφνιδιαστικά όσο νομίζουν οι περισσότεροι. Χτίζονται σιγά - σιγά. Με μικρά, επιφανειακώς αποσπασματικά γεγονότα. Το μεγάλο χτύπημα, το καταλυτικό έρχεται σε ένα βράδυ, μετά το οποίο η ζωή σου έχει αλλάξει. Γιατί δεν είδες το νήμα που συνδέει τα επιμέρους γεγονότα.